Φιτζέραλντ, Έντουαρντ

Φιτζέραλντ, Έντουαρντ
(Fitzgerald, 1809 – 1883). Άγγλος συγγραφέας και μεταφραστής. Ο Φ., που σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, αρεσκόταν ιδιαίτερα να μεταφράζει κλασικά έργα της ισπανικής, της περσικής και της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Ανάμεσα στις μεταφράσεις που φιλοτέχνησε είναι και πέντε δράματα του Καλντερόν και Ο Σαλαμάν και η Αμπσάλ του Πέρση ποιητή Γιάμι. Ωστόσο, ο Φ. αναφέρεται κυρίως για την αριστοτεχνική, ελεύθερη μετάφραση των Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ, από την οποία έγινε γνωστός ο μεγάλος Πέρσης ποιητής σε παγκόσμια κλίμακα. Πολλές άλλωστε μεταφράσεις των Ρουμπαγιάτ σε διάφορες γλώσσες έχουν γίνει από εκείνην του Φ. Ο Φ. έγραψε και δικά του έργα, όπως το φιλοσοφικό διάλογο Ευφράνωρ (1851) και τον Πολώνιο, συλλογή αξιωμάτων και γνωμικών (1852). Τα δύο αυτά βιβλία τα κυκλοφόρησε ανώνυμα. Προσωπογραφία του Έντουαρντ Φιτζέραλντ (Εθνική Πινακοθήκη Προσωπογραφιών, Λονδίνο).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ιρλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιρλανδίας Έκταση: 70.280 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.883.159 (2002) Πρωτεύουσα: Δουβλίνο (495.102 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της βορειοδυτικής Ευρώπης. Καλύπτει τα πέντε έκτα της έκτασης του ομώνυμου νησιού που… …   Dictionary of Greek

  • τζαζ — (jazz). Είδος μουσικής που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ κατά τα τέλη του 19ου αι.· λαϊκής καταγωγής αρχικά και για πολύ καιρό, διαδόθηκε κυρίως στις νότιες Πολιτείες και ιδιαίτερα στη Νέα Ορλεάνη, μεγάλο ποτάμιο λιμάνι στον Ατλαντικό, στις εκβολές του… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Ζηλανδία — Νησιωτικό κράτος της Ωκεανίας, στον Ειρηνικό ωκεανό, κάτω από τον Τροπικό του Αιγόκερω, ΝΑ της Αυστραλίας.Την επικράτεια της Ν. Ζ. απαρτίζουν τα δύο μεγαλύτερα νησιά (βόρειο νησί και νότιο νησί), το μικρό νησί Στιούαρτ και πολλά μικρότερα νησιά.… …   Dictionary of Greek

  • Ομάρ Καγιάμ — (Νισαμπούρ, Χορασάν; –1123;). Πέρσης αστρονόμος, μαθηματικός και ποιητής. Το 1073 του ανατέθηκε μαζί με άλλους αστρονόμους να μεταρρυθμίσει το ηλιακό περσικό ημερολόγιο. Ίσως να οφείλεται σε αυτόν η αρχή της συστηματικής μελέτης των κυβικών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”